- αμμοβάτης
- (amobates). Γένος υμενοπτέρων εντόμων της οικογένειας των απιδών ή μελισσιδών. Μερικά είδη του γένους αυτού ζουν στην Ευρώπη, όπου κατασκευάζουν κυψέλες στην άμμο. Ο α., που είναι γνωστός και στην Ελλάδα με το όνομα αγριομέλισσα, αναγνωρίζεται από τις απλές επάνω γνάθους, το μακρύ σώμα και τις προσακτρίδες (σκληρές τρίχες) των κάτω γνάθων, που αποτελούνται από τρία άρθρα.
* * *ἀμμοβάτης, ο (Α)αυτός που βαδίζει στην άμμο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄμμος + -βάτης < βαίνω].
Dictionary of Greek. 2013.